ΕΚΔΟΣΗ
Κατ’ αρχάς οφείλουμε να ομολογήσουμε μια δυσκολία: την επαρκή περιγραφή πέντε τόμων, μεγάλου σχήματος, με 600 και πλέον σελίδες ο καθένας, για τα παραδοσιακά γεφύρια της Πίνδου, όπως αυτοί που έφτασαν με γενναιόδωρο τρόπο στο γραφείο. Η δυσκολία ταυτίζεται ουσιαστικά με ένα έργο ζωής (και εδώ η έκφραση δεν λειτουργεί καταχρηστικά): εκείνο του Σπύρου Μαντά, ο οποίος από το 1982 ασχολείται με την καταγραφή και τη μελέτη των πέτρινων γεφυριών στην ευρύτερη περιοχή της Πίνδου, αλλά και τους μαστόρους της. Για να φανεί το μέγεθος της έρευνας, ίσως αρκεί να σημειώσουμε ότι ο πέμπτος τόμος (η βιβλιογραφία σταματάει στη σελ. 605) αφορά αποκλειστικά την «προϊστορία, τις διαδρομές και την εξέλιξη του τραγουδιού «Του γιοφυριού της Άρτας»: από τον ίδιο τον θρύλο ως τις παραλλαγές του σε όλη την Ελλάδα και τη Βαλκανική, τα ζητήματα της μελωδίας και τους σύγχρονους απόηχους. Ο τόμος μάλιστα συμπληρώνεται από μουσικό παράρτημα με DVD, όπου περιλαμβάνονται οι στίχοι 125 τραγουδιών, 84 ελληνόφωνων και 41 από διάφορα μέρη της Βαλκανικής.
Το γεφύρι Καλογερικό ή Πλακίδα, στους Κήπους Ζαγορίου. |
Η αρχή, πάντως, γίνεται με τους «Ύστερους μαΐστορες», όπως τιτλοφορείται ο πρώτος τόμος σ’ αυτή τη «Γεφυρογραφία της Πίνδου» (με τη χρηματοδότηση της Περιφέρειας Ηπείρου). Με τους μάστορες (από το ρωμαϊκό magister), δηλαδή, που έγιναν περιζήτητοι πέραν της ελληνικής επικράτειας. Ειδική η πρώτη μνεία σε εκείνους των Ιωαννίνων: «Είναι το μέρος που, όπως παραστατικά ειπώθηκε, αποτέλεσε, ειδικά στα χρόνια του Αλή Πασά, το “μεγάλο εργαστήριο της Βαλκανικής”. Καταγράφτηκαν εδώ δεκάδες, κοντά στα 100, είδη επαγγελμάτων, οργανωμένων σε πολλά μεγάλα και μικρότερα ισνάφια . Των οικοδόμων, όπως αποκαλύπτει η Αγγελική Χατζημιχάλη, και πολυπληθές και με πολλές ειδικότητες ήταν –το τελευταίο ενισχύει τις υποψίες και υποθέσεις για το ενιαίο κάποτε των τεχνιτών της οικοδομής. Ακολουθεί μια μικρή «οδύσσεια» με τις πολλαπλές διαδρομές όχι μόνο των ίδιων των μαστόρων, αλλά και της μυστικής γλώσσας που αναπτύσσουν –τα «κουδαρίτικα»- για να συνεννοούνται ανάμεσά τους απέναντι στον άγνωστο εργοδότη (έχει τη σημασία του να αναφέρουμε ορισμένες λέξεις εδώ: «κολοβό» σημαίνει μεροκάματο, «ασπρούδου» ζάχαρη, «βαλαζόν» το πρόβατο).
Η Καμάρα της Μιράκας στην αρχαία Εγνατία , κοντά στο Ελμπασάν. |
Οι επόμενοι τρεις τόμοι περιλαμβάνουν τον πυρήνα της καταγραφής –τα ηπειρώτικα γεφύρια. Εδώ ο επίδοξος αναγνώστης θα ανακαλύψει, χωρίς υπερβολή, την ιστορία καθεμιάς από τις δημιουργίες των μαστόρων, που εξακτινώνονται από την Πρέβεζα, την Άρτα, τα Τζουμέρκα και το Ζαγόρι έως τα Τρίκαλα, την Καλαμπάκα, το Καρπενήσι. Ειδική διαδρομή εκείνη που ο Μαντάς περιγράφει φτάνοντας στην Παραμυθιά, στον Γράμμο, στην Πρεμετή, στην κοιλάδα του Δρίνου, στο Δέλβινο, στην Κορυτσά, στο Ελμπασάν και ξανά προς τον Αλιάκμονα. Χρειάζονται περίπου 1.250 σελίδες για να χωρέσει ο συγγραφέας –μαζί με το εξαντλητικό φωτογραφικό υλικό- τις κατασκευές που αποτελούν ως σήμερα χνάρια του λαϊκού πολιτισμού.
ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΝΤΑΣ «ΣΤΟ ΖΑΓΟΡΙ ΤΟ 1982»
«Η πρώτη μου επίσκεψη για να ψάξω τα πέτρινα γεφύρια ήταν το 1982 στο Ζαγόρι. Δούλευα στο περιοδικό “Ταξιδεύοντας” του Κώστα Καββαθά, το οποίο αργότερα έκλεισε. Σ' εμένα, όμως, έμεινε αυτή η αίσθηση της αναζήτησης. Τότε μάλιστα δεν υπήρχε γραμμένο τίποτε και είχαν ανακηρυχθεί διατηρητέα μόλις δύο γεφύρια: της Άρτας και της Κόνιτσας, όσο θυμάμαι. Αλλά και η συνέχεια ήταν συναρπαστική, καθώς έφτασα στο γεφύρι του Μόσταρ, το οποίο 10 χρόνια αργότερα θα ανατιναζόταν στον εμφύλιο της Γιουγκοσλαβίας. Εκείνη την εποχή πήγαινα “στα ψαχτά”. Έδινα στους ντόπιους –προέδρους κοινοτήτων ή γραμματείς- ένα ερωτηματολόγιο για να καταγράψουν τα γεφύρια. Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται σήμερα, μου το επέστρεφαν επιμελώς, ακόμη και όταν ήταν κενό» |
Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟΥ «Άνοιξη στα χωριά της Κόνιτσας, εποχή της… “διώχνω” οι
μαστόροι έτοιμοι πια για το ταξίδι, κανονισμένα και τα μπουλούκια μέχρι της
τελευταία λεπτομέρεια, Τη “διώχνω” –αλλιώς και “φευγάλα”- οι ηλικιωμένοι στα
παραμύθια τους την ήθελαν γριά κακιά, στριμμένη, άκαρδη που, πρωί πρωί,
άρπαζε τη σκούπα κι έφερνε γύρα όλο το χωριό… Τούτη η προσωποποίηση της
ξενιτιάς, αλλά και όλα τα δρώμενα της αναχώρησης , τα αμέτρητα ξόρκια και
φυλακτά στο ξεπροβόδισμα, φανερώνουν πόσο επώδυνα βίωσαν το συγκεκριμένο γεγονός,
το “φευγιό για τη δουλειά”, όλα τα μαστοροχώρια της περιοχής, πόσο αναστάτωσε
και σημάδεψε τις μικρές τους κοινωνίες… Το πρωί, κάθε ξένος και δικός ‘έφτανε
στο σπίτι κρατώντας το δώρο του –μπουγάτσα, ψωμί, κρασί- ενώ για τα παιδιά,
που θα πρωτοταξίδευαν, συνήθιζαν τα κέρματα, κάχτες ή κυδώνια, μήλα… Πρώτος
στην αυλή, σαν τελείωνε το τραπέζι, έβγαινε ο πρωτομάστορας που θα ταξίδευε.
Η σειρά ήταν καθορισμένη αυστηρά. Πίσω του ερχόταν η γυναίκα του και οι
γονείς του. Μετά ακολουθούσαν τα παιδιά, οι συγγενείς, οι φίλοι… Στο μεσοχώρι,
σε λίγο, συγκεντρώνονταν όλοι οι μαστόροι που θα συγκροτούσαν το μπουλούκι.
Μαζί κι οι συγγενείς τους, κοντινοί και μακρινοί, οι γείτονες. Από εδώ, όλοι,
σιωπηλοί –μόνο τα κουδούνια των ζώων ακούγονταν- σχημάτιζαν μια μακριά πομπή
που, βγαίνοντας απ’ το χωριό, έπαιρνε το δρόμο για το… κλαψόδεντρο! Κλαψόδεντρος, κλαψοράχη, κλαψογκορτσιά, κλαψοχώραφο, αλλά
και… Ανάθεμα, Πικροκέρασος, Ντέρτι, Πλάτσε-ρίτσε… Πρόκειται για μέρη του τελικού αποχαιρετισμού, τοπωνύμια
που μαρτυρούν, μπορούν να συμπυκνώνουν, όλη την ένταση και φόρτιση της
στιγμής».
(Α΄ τόμος, «Αναχώρηση - ξεχωρισμός στα Κλαψόδεντρα»). |
Σπύρος Ι. Μαντάς, «Γεφυρογραφία της Πίνδου και των όμορων
περιοχών», πέντε τόμοι, Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης Ηπείρου Αρχείο
Γεφυριών Ηπειρώτικων (ΑΓΗ), Ιωάννινα
2020-2022. Το μουσικό παράρτημα «Του γιοφυριού της Άρτας» από την
Περιφέρεια Ηπείρου και το ΑΓΗ. Σελιδοποίηση όλων: εκδ. Ελίκρανον – Κώστα Σπ.
Ζαφειράτης, Εκτύπωση: Εκδόσεις Θεοδωρίδη, Ιωάννινα. Πληροφορίες / αποκλειστική
διάθεση: τηλ. 6938121276
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου