Το γεφύρι της Πραμόρτσας
Β
|
ρίσκεται πάνω στον παραπόταμο του Αλιάκμονα, Πραμόρτσα, που,
κατεβαίνοντας από το Βόιο, λειτουργεί ως σύνορο μεταξύ Ανασελίτσας και Βλαχ. Πιο
κοντινά χωριά, το Τσακνοχώρι (Ανθοχώρι) από τη μια μεριά και η Ντοβρούνιστα (Κληματάκι)
από την άλλη∙ το χρησιμοποιούσαν όμως οι κάτοικοι όλων εδώ των οικισμών, για να
κατευθύνονται στα παζάρια του Τσοτυλίου και των Γρεβενών. Το γεφύρι αποτέλεσε
μόνιμο πέρασμα των μεγάλων κοπαδιών που ανηφόριζαν για τα καλοκαιρινά
βοσκοτόπια της Γράμμουστας -δίπλα του λειτουργούσε πάντα βλάχικο στέκι (προσωρινός σταθμός ξεκούρασης
ανθρώπων και ζώων). Υπήρχε κοντά και ο νερόμυλος του Γκουσγκουρέτα ή Λιούρα.
Πρόκειται για τετράτοξο, εντυπωσιακό
γεφύρι, μη συμμετρικό. Η μεγάλη, η κύρια καμάρα του έχει χτιστεί κατά την
αριστερή όχθη, απορροφώντας το μεγαλύτερο μέρος του ποταμού -ανοίγει 15.40 μ. και ανασηκώνεται
7.80. Βοηθά, χειμώνα καλοκαίρι, και η διπλανή, στα δεξιά της καμάρα, αυτή με
άνοιγμα 4.90 και ύψος 3.60
μ. Στο μεταξύ τους βέβαια μεσόβαθρο, απαραίτητος ένας
πρόβολος, με τριγωνικό ημικώνιο, διαχωρίζει τα νερά -άλλος από πίσω κοντράρει
την πίεση, σβήνει τους στροβιλισμούς. Προς
την ίδια πάντα μεριά, τη δεξιά, διατάσσονται και οι άλλες δύο βοηθητικές καμάρες
με αντίστοιχα μεγέθη 5.30/2.60 και 4.40/1.75 μ. Να σημειωθεί πως στο τελευταίο
μεσόβαθρο, αλλά και στο διπλανό ακρόβαθρο, έχουν ανοιχτεί ανακουφιστικά
παράθυρα. Πάνω από όλα τούτα, καλντεριμωτός διάδρομος διάβασης, μήκους 47.60 μ., υπερπηδάει με
σιγουριά την πάντα γεμάτη Πραμόρτσα -ωφέλιμο πλάτος του τα 2.30 μ. αφού υπάρχουν καλοχτισμένες
αρκάδες (0.30Χ0.20). Τέλος, ψηλότερο σημείο
τής όλης κατασκευής καταγράφεται η κορυφαία αρκάδα πάνω στη μεγάλη καμάρα που
απέχει απ’ το νερό 9.00 μ.
Στοιχεία για την αρχή -χρονολογία
και χορηγό- τούτου του γεφυριού δεν διαθέτουμε. Αναλαμβάνουν έτσι να καλύψουν
το κενό φήμες και θρύλοι με αρκετά -είναι αναπόφευκτο- ερωτηματικά. «Το βρήκαν οι προπαππούδες μας», δηλώνουν
για παράδειγμα οι κάτοικοι στο Κληματάκι -εγκαταστάθηκαν οι προγονοί τους στο
χωριό μετά τα Ορλωφικά (1770-1780).[1] Μάλιστα κάποιοι τους
υποστηρίζουν πως τα χρήματα για να χτιστεί τα έδωσε ένας συγχωριανός τους
ονόματι Λιούρας.[2]
Ποιος ξέρει, ίσως τούτος να ταυτίζεται με έναν χαροκαμένο τσέλιγκα που η
παράδοση τον θέλει χρηματοδότη της κατασκευής. Ακούγεται σ’ όλα τα γύρω χωριά:
«Ήτανε -λέει- ένας βλάχος, τσέλιγκας
τρανός από τα ορεινά της Πίνδου. Ο τσέλιγκας αυτός -φθινόπωρο λέει καιρός- κατέβαινε
με το κοπάδι του, τους βοσκούς του, τα σκυλιά, τα “πράματα” και τα σέα του να
πάει στο χειμαδιό. Περνώντας από τα χωριά μας, το ποτάμι έκανε απότομη
“κατεβασιά” και έπνιξε τη μονάκριβή του κόρη. Ο τσέλιγκας έκλαψε πολύ. Θεώρησε
το χαμό της κόρης του σημάδι του Θεού, γιατί είχε πολύ βιός και τάχα ο Θεός δεν
συγχωρούσε το ταμάχι (πλεονεξία) του. Είδε και στον ύπνο του έναν άγγελο με κάπα
και κλούτσα (γκλίτσα), που τον πρόσταξε να χτίσει γιοφύρι εκεί που πνίγηκε η
μοναχοκόρη του. Αποφάσισε λοιπόν και φώναξε καλφάδες και μαστόρους και έχτισαν
το γιοφύρι».[3]
Ο Νικόλαος Σχινάς, περιγράφοντας
το ποτάμι, θα συναντήσει και θα αναφέρει το γεφύρι το 1886: «κατερχομένου εκ του χωρίου Λίψι, παρέρχεται των δεξιόθεν χωρίων Δοβρούνιστα (παρ’ ω και λιθίνη γέφυρα) και Κρίφτσι…».[4]
---------------------------------------------------
Γεωγραφικά στοιχεία γεφυριού: Ν 40 ̊ 14΄ 02.54΄΄
Ε 21 ̊ 21΄ 57.46΄΄ Υψ. 571 μ.
Νο καταγραφής / αρχειοθέτησης: 25
-----------------------------------------------------
-----------------------------------------------------
Μαγνητοσκόπηση:
Σπύρος Μαντάς / 29.12.2005
Παραγωγή: Αρχείο Γεφυριών Ηπειρώτικων
Παραγωγή: Αρχείο Γεφυριών Ηπειρώτικων
[1] Εφημερίδα «Ελιμεία» Αγίου
Γεωργίου Γρεβενών, Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 1990.
Σε
τηλεφωνική επικοινωνία μου με τον Κ. Στεργιάδη από το Ανθοχώρι (67 χρονών το
1993) μου εκμυστηρεύτηκε: «…όταν ήμουν
παιδί άκουγα το νουνό μου Στέργιο Μυλωνά, που είχε γεννηθεί το 1865, να λέει σε
συντροφιά του πως είχε ακούσει πως ο νος (τρανός), ο γεροντότερος του χωριού,
διηγιόταν ότι όταν έχτιζαν το γεφύρι ήταν παιδί». Ο υπολογισμός, πράγματι,
οδηγεί κάπου στα 1770.
[2] Όλοι οι γέροντες στο
Κληματάκι θέλουν την καταγωγή τού Λιούρα από τη Βόρεια Ήπειρο και συγκεκριμένα
τη Μοσχόπολη. Βλέπε σχετικά, αλλά και αρκετά άλλα για το γεφύρι, στο, Χρήστου
Γ. Δρόσου, Το πέτρινο γεφύρι του
Τσακνοχωρίου στον ποταμό Πραμόριτσα, Λάρισα 2009. Εξ’ άλλου, για το μεγάλο
κίνδυνο που διέτρεξε το γεφύρι το ΄40, ο ίδιος παραπάνω συγγραφέας έχει
εκμυστηρευτεί σε επιστολή του: «Ο
υπογράφων έχει και συναισθηματικό δεσμό με το γεφύρι. Ευρισκόμενος σε παρακείμενη
αγροτική περιοχή κατά Νοέμβριον 1940 αντίκρυσε με τρόμο ένα ιταλικό βομβαρδιστικό
αεροπλάνο να περιφέρεται επάνω από το γεφύρι και να εξαπολύη δύο βόμβες χωρίς
να το επιτύχη. Φαίνεται ότι το στοιχειό του παραμυθιού της γιαγιάς του στάθηκε
το αποτρόπαιον στην απόπειρα καταστροφής του» (Επιστολή προς τη Βοϊακή Ζωή, «Βοϊακή Ζωή», τχ. 115/1992, σελ. 6).
[3] Στο ίδιο φύλλο της
παραπάνω εφημερίδας «Ελιμεία».
[4] Νικόλαος Σχινάς, Οδοιπορικαί σημειώσεις Μακεδονίας, Ηπείρου,
νέας οροθετικής γραμμής Θεσσαλίας, συνταχθείσα τη εντολή του επί των
Στρατιωτικών Υπουργού. Φυλλάδιον Πρώτον (Οδοιπορικά Μακεδονίας), Εν Αθήναις
1886, σελ. μα΄. Δοβρούνιστα και Κρίφτσι
είναι σήμερα, αντίστοιχα, τα χωριά Κληματάκι και Κιβωτός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου