ΠΩΣ ΧΤΙΣΑΜΑΝ ΤΟ ΓΙΟΦΥΡΙ ΤΗΣ ΓΑΒΡΑΣ…
Τ
|
ο γεφύρι της Γάβρας βρίσκεται ΝΔ
της Καρδίτσας, ανάμεσα στα χωριά Καταφύγι και Καστανιά, στις θέσεις τους
αντίστοιχα Γάβρες και Καρά. Εκεί, στη μεταξύ τους ποταμιά,
γεφυρώνει τον λεγόμενο Ξεριά, που τον χειμώνα κάθε άλλο παρά τέτοιος είναι. Αποτέλεσε
έτσι σωτήριο πέρασμα προς Καρδίτσα για τους κατοίκους αρκετών χωριών -παλιότερα
στη θέση του υπήρχε ξύλινο γεφύρι. Δίπλα του, κατάντι και στη δεξιά όχθη, λειτούργησε
ο μύλος του Κωσταρέλλου.
Έχει ένα τόξο
ενός διαζώματος θολιτών, που ανοίγει ακριβώς 6.00 μ., κι ανασηκώνεται
απ’ το νερό 4.15. Η θεμέλιωσή του είναι υποδειγματική, γι’ αυτό και εξακολουθεί
να αντέχει μέχρι σήμερα. Ο διάδρομος διάβασης κορυφώνει στα 5.00 μ., έχοντας συνολικό μήκος
7.70 και πλάτος 2.00 μ. -διατηρεί στηθαίο
μόνο στη μια του πλευρά (0.25Χ0.25).
Χτίστηκε το
1946 με χρήματα της λεγόμενης Καρταλικής Επιτροπής και ενέργειες του
αξιωματικού τότε του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ Βασίλη Μπολτσή (Αγραφιώτη). Όλοι οι μαστόροι κατάγονταν
από την Πυρσόγιαννη της Ηπείρου.
Το γεφύρι κάναμαν να το φτιάξουμε κανά
δυο μήνες. Το ΄46 το καλοκαίρι. Το αφήκαμαν να στεγνώσει καλά και μετά, έπειτα,
να ξεκαλουπώσουμε...
Ύστερα από καμιά τρεις, τέσσερις ημέρες,
πιάνει μια βροχή και κατέβαζε το ποτάμι νερό. Έκανε κατεβασιά κι ήφερε σαβούρα,
ήφερε δέντρα, ήφερε αυτά και μαζεύτηκαν όλα στα καλούπια και με την πίεση που
΄χε το έβγαλε το καλούπι, έτσι όλο, μονοκόμματα. Παίρνει το καλούπι στον
κατήφορο το ποτάμι. Όπως ήτανε οι κέντοι, κάτι ξύλα έτσι λοξά που βάναμαν, το
χτύπησαν και πέταξε...
Φοβηθήκαμαν τότε. Ε, βέβαια. Περιμέναμαν
να πέσει το γιοφύρι. Είχαμαν καθίσει δίπλα και περιμέναμαν σαν τεθλιμμένοι
συγγενείς να πέσει η γέφυρα…
Θ
|
υμάται και αφηγείται ο Χριστόφορος Σερίφης, γέννημα της
Πυρσόγιαννης, θρέμμα ξένων τόπων. Πιο πολύ δούλεψε στη Θεσσαλία, κι εκεί, στην
Καρδίτσα τελικά, εγκαταστάθηκε για τους ύστερους συλλογισμούς, τους
απολογισμούς μιας επίπονης περιπέτειας, μιας σκληρής ζωής.
Η οικογένεια Σερίφη θεωρείται από τις πιο
παλαιές της Πυρσόγιαννης. Πρώτος τους γνωστός, γενάρχης θα λέγαμε, υπήρξε ο
Παπαναστάσης Σερίφης ή Καρανίκας, γεννημένος κάπου στα 1700. Να ειπωθεί πως από
τους Σεριφαίους (παλιό τους όνομα Παπαναστασίου - Καρανίκα) κατάγονται οι
Αδαμαίοι και οι Παπαδημητραίοι και πως και οι τρεις αυτοί κλάδοι έβγαλαν
πολλούς και εξαιρετικούς τεχνίτες. Ειδικά οι Σεριφαίοι, όλοι οι άντρες, για 350
τουλάχιστον χρόνια, γίνονταν πελεκάνοι και χτίστες -μόνη εξαίρεση, ο Κύρκας Σερίφης
(1880-1941) που, μουχτάρης, δηλαδή κοινοτάρχης στο χωριό, δεν εξάσκησε το πατροπαράδοτο
επάγγελμα.
Ο Χριστόφορος Σερίφης, ο αφηγητής
μας σήμερα, είχε ακόμη τρία αδέρφια μαστόρους: τον Νίκο (1908-2000), τον Παύλο
(1910-1998) και τον Στέφανο (1917-1998) -πατέρας τους ο μαστορο-Κωσταντής
(1880-1966) και παππούς ο μουχτάρης ο Κύρκας.
Ο Χριστόφορος και ο Στέφανος
δούλεψαν πολύ στη Θεσσαλία, χτίζοντας κυρίως σπίτια. Σημαντικότερο όμως έργο
τους θα πρέπει να θεωρηθεί το γεφύρι της Γράβας. Ο Χριστόφορος, 21 ετών τότε,
όχι μόνο κόπιασε, ταλαιπωρήθηκε εκεί, αλλά και δεν ξέχασε ποτέ τις λεπτομέρειες,
τις εμπειρίες που έζησε. Θα λέγαμε πως ήταν το έργο που κυριολεκτικά τον
σημάδεψε. Συγκινημένος λοιπόν, μόλις ένα χρόνο πριν φύγει για το ύστατο ταξίδι,
εξομολογήθηκε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου